- Ἀστυδάμας
- Ἀστυδάμᾱς , Ἀστυδάμαςmasc acc pl (doric aeolic)Ἀστυδάμᾱς , Ἀστυδάμαςmasc nom sg (epic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αστυδάμας — (4ος αι. π.Χ.). Αθηναίος τραγικός ποιητής, γιος του τραγικού Μορσίμου και απόγονος του Αισχύλου. Κατά το λεξικό Σούδα, έγραψε 240 τραγωδίες, από τις οποίες σώζονται μόνο αποσπάσματα, και κέρδισε δεκαπέντε δραματικές νίκες. Το 340 π.Χ., η Βουλή,… … Dictionary of Greek
АСТИДАМАНТ — • Astydămas, Άστυδάμας, два афинских трагика, отец и сын. Первый, сын Морсима, правнук сестры Эсхила, написал 240 трагедий и одержал 15 побед; в первый раз он выступил в 398 г. до Р. X. и одержал первую победу в 372 г. до Р. X.… … Реальный словарь классических древностей
Ἀστυδάμα — Ἀστυδάμᾱ , Ἀστυδάμας masc nom/voc/acc dual (doric aeolic) Ἀστυδάμᾱ , Ἀστυδάμας masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άστυ — Τίτλος δύο εφημερίδων. 1. Εβδομαδιαία γελοιογραφική εφημερίδα που εκδιδόταν από το 1885 έως το 1889 στην Αθήνα πρώτα από τον Μπ. Άννινο και στη συνέχεια από τον Θ. Άννινο. Με την εφημερίδα αυτή συνεργάστηκαν κατά διαστήματα ο Γ. Σουρής, ο Δ.… … Dictionary of Greek
αθλητισμός — Η επίδοση στα αθλήματα, η εκγύμναση του σώματος. Με μια ειδικότερη έννοια, ο όρος αναφέρεται σε ένα σύνολο αθλημάτων, που ξεκινούν από τις φυσικές σωματικές ασκήσεις του ανθρώπου (βάδισμα, τρέξιμο, άλματα, ρίψεις). Αρχικά, ήταν η συστηματική… … Dictionary of Greek
Ἀστυδάμᾳ — Ἀστυδάμᾱͅ , Ἀστυδάμας masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)